Έρευνες έχουν δείξει ότι η μάθηση που προέρχεται μετά από συνεργασία των παιδιών στην τάξη είναι πιο αποτελεσματική σε σύγκριση με την ανταγωνιστική μάθηση. Η απόδοση αυξάνεται σημαντικά ενώ παράλληλα οι μαθητές αναπτύσσουν κοινωνικές δεξιότητες όταν ενθαρρύνονται πρακτικές αλληλεπίδρασης (Johnson, Johnson, Stanne, 2000). Σε μια ομαδική εργασία οι μαθητές ενδείκνυται να δουλεύουν σε ομάδες αρκετά μικρές ώστε να μπορούν όλοι να συμμετέχουν στη μαθησιακή προσπάθεια (Cohen, Lotan, 2014). Έχει υποστηριχθεί ότι ο παραδοσιακός τρόπος διδασκαλίας βάζει τον εκπαιδευτικό στο επίκεντρο, ενώ οι μαθητές αναλαμβάνουν έναν παθητικό ρόλο όπου βρίσκονται να αναζητούν μια σωστή απάντηση, αυτή που μόνο ο εκπαιδευτικός κατέχει. Ως αποτέλεσμα, συχνά οδηγούνται σε ένα ανταγωνιστικό πρότυπο μάθησης καθώς ευνοείται μια ατομικιστική δομή γραμματισμού (Aronson, Patnoe, 2011).
Έχουν αναπτυχθεί αρκετές τεχνικές συνεργασίας για τη διευκόλυνση του μαθησιακού περιβάλλοντος στις αίθουσες διδασκαλίας. Μια από αυτές και ίσως η πιο διαδεδομένη ονομάζεται “the jigsaw classroom”, όρος που επινοήθηκε από τον Elliot Aronson. Σύμφωνα με αυτή, ο εκπαιδευτικός δημιουργεί γκρουπ μαθητών και αναθέτει ασκήσεις οι οποίες πρέπει να περατωθούν ομαδικά (Aronson, Patnoe, 2011). Η εν λόγω τεχνική θεωρεί σημαντική τη συνεισφορά του κάθε παιδιού στην ομαδική εργασία για να οδηγηθούν συνολικά σε ένα τελικό αποτέλεσμα. Αυτό σημαίνει ότι όλοι επιδιώκουν και συνεργάζονται προς έναν κοινό στόχο (Johnson, Johnson, 2017). Ο μαθητής είναι αυτός που βρίσκεται στο επίκεντρο αυτή τη φορά καθώς αναλαμβάνει το ρόλο να μεταφέρει γνώση που έχει κατακτήσει με δική του έρευνα στα υπόλοιπα μέλη της ομάδας.
Οι παραδοσιακές πρακτικές φαίνεται να συμβάλλουν στην απροθυμία συμμετοχής στην τάξη, τον ανταγωνισμό και την εκδήλωση άγχους (Mengduo, Xiaoling, 2010). Στον αντίποδα, όταν εφαρμόζεται η τεχνική Jigsaw, η συμμετοχή όλων των μαθητών στην τάξη αυξάνεται ενώ παράλληλα η ανταγωνιστικότητα μειώνεται (Aronson, Patnoe, 2011). Επίσης, επιτυγχάνεται η ενεργητική μάθηση αλλά και μια ολιστική προσέγγιση της γνώσης καθώς αυτή εισέρχεται από διάφορες πηγές. Ο κάθε μαθητής διατηρεί αναπόσπαστο το ρόλο του μέσα στην ομάδα, γεγονός που καλλιεργεί την υπευθυνότητα, ενδυναμώνει την αυτοπεποίθηση και προσφέρει ευκαιρίες διαμόρφωσης προσωπικής άποψης. Ταυτόχρονα, αποκτά ευγενή άμιλλα και ικανότητες συνεργασίας (Mengduo, Xiaoling, 2010).
Προσοχή πρέπει να δοθεί στην ανατροφοδότηση, ώστε να έχει θετικό αντίκτυπο στο μαθητή και να τον βοηθά να εξελίξει τη γνώση του, δίχως να τον στοχοποιεί για τα λάθη του. Τέλος, ο εκπαιδευτικός είναι απαραίτητο να συντονίζει τις ομάδες και να φροντίζει να μη μονοπωλούν τη συζήτηση ένα ή δυο άτομα μέσα σε αυτές (Mengduo, Xiaoling, 2010).
Μία άλλη συνεργατική στρατηγική μάθησης ονομάζεται “inside-outside circle” και προτάθηκε από τον Spencer Kagan. Η προσέγγιση εδώ είναι λίγο διαφορετική. Ο εκπαιδευτικός διαιρεί την τάξη σε δύο ομάδες οι οποίες σχηματίζουν κύκλο. Η πρώτη ομάδα κάθεται κοιτώντας προς τα έξω, ενώ η δεύτερη κοιτώντας προς τα μέσα. Ο κάθε μαθητής από το πρώτο γκρουπ συνεργάζεται με αυτόν που κάθεται μπροστά του και επεξεργάζονται ένα θέμα ή απαντούν σε ερωτήσεις, έχοντας στη διάθεσή τους τον ίδιο χρόνο να αναπτύξουν τη σκέψη και την επιχειρηματολογία τους. Στη συνέχεια, μετακινούνται μια θέση και αρχίζει η αλληλεπίδραση μεταξύ διαφορετικών μαθητών (Marzano, Rogers, Simms, 2015). Αυτή η συγκεκριμένη δομή μάθησης είναι πολυλειτουργική και στοχεύει στη συλλογή και την ανταλλαγή πληροφοριών με σκοπό την ενεργητική απόκτηση γνώσης και την επέκταση της σκέψης (Kagan, 1989).
Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη στρατηγική μάθησης επιτρέπει τον ίδιο χρόνο συμμετοχής σε όλους τους μαθητές, εξομαλύνει το σύνηθες πρόβλημα που παρατηρούσε ο Kagan όσον αφορά στις ομάδες, ότι δυο μέλη της τείνουν να κυριαρχούν (Jacobs, 2004). Επιπλέον, εξυπηρετεί όσους επιδεικνύουν αμηχανία έκφρασης μπροστά σε μεγάλο κοινό και ενδυναμώνει την κοινότητα καθώς ενθαρρύνει την αλληλεπίδραση μεταξύ των μαθητών (Bennett, Rolheiser, 2001). Η συγκεκριμένη πρακτική έχει εφαρμοστεί με επιτυχία σε ώρες διδασκαλίας της Χημείας (Witteck, Leerhoff, Most, Eilks, 2004), καθώς επίσης φαίνεται να βελτιώνει τις γλωσσικές δεξιότητες εκείνων που μαθαίνουν μια ξένη γλώσσα (Hafizoh, Sudrajad, Wijaya, 2016).
Η παραπάνω πρακτική όμως συνοδεύεται και από κάποιους περιορισμούς. Για παράδειγμα, για να επιτευχθεί και να αποδώσει τα μέγιστα χρειάζεται μια αίθουσα διδασκαλίας μεγάλης χωρητικότητας. Ακόμα, λόγω της περίπλοκης φύσης της τεχνικής και ούσα χρονοβόρα στην πράξη, είναι πιθανό να δυσκολέψει τους μαθητές στη διατήρηση όλων των πληροφοριών που συλλέγουν (Hafizoh, 2014).
Συνοψίζοντας, οι συνεργατικές στρατηγικές μάθησης διαθέτουν πληθώρα πλεονεκτημάτων και είναι χρήσιμο να προσαρμόζονται κατάλληλα και να εφαρμόζονται στο εκάστοτε εκπαιδευτικό περιβάλλον. Όλοι οι μαθητές έχουν δικαίωμα στην ενεργητική μάθηση και τη γνωριμία με εναλλακτικές προσεγγίσεις επεξεργασίας πληροφοριών και απόκτησης της γνώσης.
Βιβλιογραφία
Aronson, E., Patnoe, S. (2011). Cooperation in the classroom: The Jigsaw Method (3rd ed.). London: Pinter & Martin Ltd.
Bennett, B., Rolheiser, C. (2001). Beyond Monet: The Artful Science of Instructional Integration. Toronto, Ontario: Bookation.
Cohen, A., & Lotan, R., A. (2014). Designing Groupwork Strategies for the Heterogeneous Classroom (3rd ed.). New York: Teachers College Press.
Hafizoh, A. (2014). The implementation of inside outside circle technique to improve students' speaking skill. Retrieved from http://eprints.walisongo.ac.id/4206/3/103411001_bab2.pdf
Jacobs, G. (2004). Cooperative Learning: Theory, Principles, and Techniques. Retrieved from https://www.researchgate.net/publication/254097701_COOPERATIVE_LEARNING_THEORY_PRINCIPLES_AND_TECHNIQUES
Johnson, D. W., Johnson, R. T. (2017). Cooperative learning. Retrieved from https://2017.congresoinnovacion.educa.aragon.es/documents/48/David_Johnson.pdf
Johnson, D. W., Johnson, R. T., & Stanne, M. B. (2000). Cooperative learning methods: A meta-analysis. Minneapolis: University of Minnesota.
Kagan, S. (1989). The Structural Approach to Cooperative Learning. Educational Leadership, 47(4), 12-15.
Marzano, R. J., Rogers, K., & Simms, J. A. (2015). Vocabulary for the new science standards. Bloomington: Marzano Research.
Mengduo, Q., Xiaoling, J. (2010). Jigsaw Strategy as a Cooperative Learning Technique: Focusing on the Language Learners. Retrieved from https://pdfs.semanticscholar.org/e579/cb8d0bcb3572bdbe53f4aa6087a17657a669.pdf
Sudrajad, M., Wijaya, A. (2016). The Effectiveness of Inside-Outside Circle Method by Using Cue Card for Students’ Speaking Ability at Seventh Graders. Journal of English Educators Society, 1, 59-70.
Witteck, T., Leerhoff, G., Most, B., & Eilks, I. (2004). Co-operative learning on the internet using the ball bearing method (Inside-Outside-Circle). Science education international, 15(3), 209-223.
Όλγα Ντίνα
Reggio Emilia & Montessori inspired teacher
BA in Early Childhood Studies - Certified Children’s Yoga Teacher - Certified AMI 3-6 Montessori Classroom Assistant
Kommentare